Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

Μάικ Λέρνερ: "χωρίς την ελευθερία του λόγου, δεν μπορούμε να υπερασπιζόμαστε όλες τις υπόλοιπες ελευθερίες μας"





Βλάσφημες «χούλιγκαν», αθώες αντί- Πούτιν πανκ διαδηλώτριες, ή μήπως πολύ περισσότερα; Το ντοκιμαντέρ των Μάικ Λέρνερ και Μαξίμ Ποζντορόφκιν Pussy Riot: A Punk Prayer αφηγείται την ιστορία των Pussy Riot, του πιο διάσημου γυναικείου ρωσικού πανκ συγκροτήματος, τρία μέλη του οποίου, η Ναντέζντα Τολοκονίκοβα, η Μαρία Αλιόχινα και η Γεκατερίνα Σαμούτσεβιτς  κατηγορήθηκαν, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε διετή φυλάκιση για «χουλιγκανισμό, υποκινούμενο από θρησκευτικό μίσος», εξαιτίας μιας «άσεμνης» performance, μιας «πανκ προσευχής», που ανέβασαν στο ιερό του Καθεδρικού του Σωτήρα στη Μόσχα τον Φεβρουάριο του 2012. Οι Pussy Riot στοχοποιήθηκαν από τον ίδιο τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν, ο οποίος δήλωσε ότι το συγκρότημα «υπονόμευσε τα θρησκευτικά θεμέλια του έθνους», ενώ η δίκη προκάλεσε διεθνή κατακραυγή, με πολλούς «επώνυμους» καλλιτέχνες, ανάμεσά τους η Μαντόνα, ο Στινγκ και η Γιόκο Όνο, να σπεύδουν προς συμπαράσταση των διωκόμενων μελών του συγκροτήματος. Λίγες μέρες πριν την πανελλήνια πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ στα πλαίσια του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» (Πέμπτη, 26 Σεπτεμβρίου), κουβεντιάζουμε με τον Μάικ Λέρνερ, έναν από τους σκηνοθέτες του.




Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με αυτό το θέμα και ποιος ήταν ο στόχος σου; Πώς εξελίχτηκε η διαδικασία των γυρισμάτων αφότου φτάσατε στη Ρωσία; Συναντήσατε δυσκολίες ή βιώσατε εκπλήξεις;



Εμπνευστήκαμε να κάνουμε μια ταινία για τις Pussy Riot τη στιγμή που είδαμε τις φωτογραφίες τους στο βρετανικό τύπο. Μόλις μάθαμε για τη σύλληψή τους, ήμαστε αποφασισμένοι να αφηγηθούμε την ιστορία τους στον κόσμο. Η διαδικασία ήταν αρκετά ξεκάθαρη. Επικοινωνήσαμε με το συγκρότημα, με τις οικογένειές τους, τους δικηγόρους και τους φίλους τους και φύγαμε για τη Μόσχα, για να ξεκινήσουμε να καταγράφουμε την ιστορία τους. Το ίδιο το συγκρότημα πάντοτε ήθελε να υπάρχει μια διεθνής οπτική στην ιστορία τους και εμπιστεύτηκε την προσέγγισή μας. Δεν υπήρχαν τόσο πολλές δυσκολίες- το σύνηθες πρόβλημα αναζήτησης χρηματοδότησης. Εκπλαγήκαμε, πάντως, ιδιαίτερα, όταν πληροφορηθήκαμε ότι η ίδια η δίκη επρόκειτο να κινηματογραφηθεί από ένα κρατικό ειδησεογραφικό κανάλι. Όχι μόνο κινηματογράφησαν τη δίκη, αλλά και τράβηξαν πολύ ιδιαίτερες και σημαντικές στιγμές, όταν οι τρεις κατηγορούμενες συζητούσαν για τη συμφορά τους, χωρίς να έχουν ιδωθεί επί πολλές βδομάδες. Κινηματογράφησαν, επίσης, τη διαδικασία απίστευτα καλά, έτσι όλα αυτά συνέβαλαν στο να γίνει το ντοκιμαντέρ πολύ πλούσιο και ολοκληρωμένο.



Δεδομένης της ευαίσθητης, αν όχι αμφιλεγόμενης, φύσης του ζητήματος με το οποίο ασχοληθήκατε, αισθανθήκατε, σε οποιαδήποτε στιγμή, απειλούμενοι;


Καθόλου. Οι ξένοι δημοσιογράφοι τείνουν να αντιμετωπίζονται πολύ καλά στη Ρωσία και, μολονότι δε συμπεριφέρονται στους ντόπιους δημοσιογράφους τόσο προσεκτικά, σίγουρα δεν είχαμε προβλήματα, ούτε νιώσαμε απειλή από το κράτος σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή.



Στη Ρωσία έχουν κυρίως προβληθεί ως χούλιγκαν, υποκινούμενες από θρησκευτικό μίσος. Σε πολλές Δυτικές χώρες, ως αθώες αντι-Πούτιν πανκ διαδηλώτριες. Ποια είναι η εντύπωσή σου για τις Pussy Riot ως καλλιτεχνών και ως πολιτικών υποκειμένων, στο βαθμό που έχεις επικοινωνήσει μαζί τους;



Όλη η ιδέα της δημιουργίας της ταινίας ήταν ότι τόσο στη Ρωσία, όσο και ανά τον κόσμο, η ιστορία τους είχε προβληθεί με πολύ λανθασμένο τρόπο. Θέλαμε να κάνουμε μια ταινία που θα έδειχνε τις Pussy Riot όχι ως ένα πανκ συγκρότημα που ενοχλεί την κοινωνία, αλλά ως καλλιτέχνιδες και φιλοσόφους που έχουν αναπτύξει μία πολύ πρωτότυπη και αποτελεσματική προσέγγιση στην πρόκληση δημόσιου διαλόγου σχετικά με μια σειρά από ζητήματα, στα οποία περιλαμβάνονται οι πολιτικές σχέσεις ανάμεσα στην εκκλησία και το κράτος, ο ρόλος των γυναικών εντός της ορθόδοξης εκκλησίας, θέματα ισότητας των φύλων και LGBT δικαιωμάτων. Η εντύπωση που αποκομίσαμε γνωρίζοντας αυτές τις γυναίκες  ήταν πόσο ικανές είναι να θέτουν ζητήματα, πόση ηθική εξουσία ασκούσαν στο δικαστήριο και πόσο αστείες είναι.



Υπάρχουν όρια στην ελευθερία της καλλιτεχνικής έκφρασης- και της ελευθερίας έκφρασης, γενικότερα; 



Θέλαμε πολύ οι άνθρωποι να δουν την ταινία όχι ως μια επίθεση στο πόσο καταπιεστική είναι η Ρωσία, αλλά πόσο εύθραυστες είναι κάποιες ελευθερίες σε όλο τον κόσμο. Ο λόγος που οι Pussy Riot έχουν γίνει οι πιο διάσημες Ρωσίδες στον κόσμο και ο λόγος που η «Πανκ Προσευχή» έχει γίνει το πιο διαβόητο και επιδραστικό κομμάτι performance art στην ιστορία της τέχνης, είναι ότι η ελευθερία της έκφρασης και η ελευθερία του λόγου είναι οι πιο σημαντικές ελευθερίες που έχουμε. Χωρίς την ελευθερία του λόγου, δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε να υπερασπιζόμαστε όλες τις υπόλοιπες ελευθερίες μας, όσο σημαντικές κι αν είναι. Έχουν κερδηθεί δύσκολα- συνήθως μέσω επανάστασης και πολέμου- και πολύ εύκολα χάνονται- συνήθως μέσω της υπογραφής βλακωδών νομοθετικών διαταγμάτων από μια ληθαργική και καλά χειραγωγημένη πολιτική τάξη. Και βλέπουμε πολλούς παραλληλισμούς ανάμεσα στις Pussy Riot και τον Μπράντλεϋ Μάνινγκ, τον Έντουαρντ Σνόουντεν, τον Τζούλιαν Ασάνζ, το κίνημα «Occupy», τους ακτιβιστές της Μέσης Ανατολής και την Αιγυπτιακή Επανάσταση στην πλατεία Ταχρίρ και άλλες ριζοσπαστικές φεμινιστικές/ ακτιβιστικές κοινότητες και ομάδες σε όλο τον κόσμο. Φαίνεται ότι οι νέοι άνθρωποι παντού έχουν την ενέργεια και τη διορατικότητα να αντισταθούν στην ανατριχιαστική τυραννία που συνεχίζει να απομειώνει την ελευθερία παντού.



Ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός είναι προφανής, ίσως με διαφορετικούς τρόπους και σε διαφορετικό βαθμό, σχεδόν σε όλο τον κόσμο: από τη Ρωσία μέχρι τις Η.Π.Α., και από πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής μέχρι την Ελλάδα. Γιατί νομίζεις ότι συμβαίνει αυτό και πώς μπορεί να ξεπεραστεί;



Μεγάλο θέμα! Κατά τη γνώμη μου, ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός είναι άλλη μια μορφή της πατριαρχικής ηγεμονίας, η οποία εκδηλώνεται με τον συνήθη βίαιο και αντιδημοκρατικό τρόπο. Στην τελική, μιλάμε για αγώνα για την εξουσία ανάμεσα στην εκκλησία και το κράτος- όχι ανάμεσα στο κράτος και μια δίκαιη κοινωνία. Πάντοτε υπάρχουν δυο διαφορετικές ομάδες που προσπαθούν να κυριαρχήσουν στην ατζέντα. Στην πραγματικότητα βλέπω πολύ λίγες διαφορές ανάμεσα στις δύο πλευρές: και οι δύο έχουν πολύ ιδιοτελή συμφέροντα και μια απόλυτη άγνοια του τι δικαιοσύνη, ισότητα και ελευθερία σκέψης και δράσης πραγματικά σημαίνουν. Ευτυχώς, όμως, έχουμε ανθρώπους σαν τις Pussy Riot που μας βοηθούν να καταλάβουμε τι συμβαίνει και να εμπνεύσουν την αλλαγή μέσω του ακτιβισμού.



Έχει προβληθεί το ντοκιμαντέρ σας στη Ρωσία;


Όχι ακόμα. Θα προβληθεί το Δεκέμβριο ως κομμάτι του ARTDOC Φεστιβάλ στη Μόσχα και αναμένουμε με ανυπομονησία μια θερμή και ενθουσιώδη υποδοχή στη ρωσική πρωτεύουσα.



Το ντοκιμαντέρ Pussy Riot: A Punk Prayer των Μάικ Λέρνερ και Μαξίμ Ποζντορόφκιν κάνει την πανελλήνια πρεμιέρα του στα πλαίσια του 19ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» την Πέμπτη, 26 Σεπτεμβρίου, στον κινηματογράφο Odeon Όπερα 1 στις 20:30. Επαναληπτική προβολή: Παρασκευή, 27 Σεπτεμβρίου, Δαναός 2, 22:00.


Η φωτογραφία που συνοδεύει την ανάρτηση είναι του Ιγκόρ Μούχιν.




Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Ζωή Μαυρουδή: "ήταν σαν πάνω σ’ αυτές τις γυναίκες να εκτονωνόταν ένα ολόκληρο σύστημα"





Λίγο πριν τις εθνικές εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 δεκάδες οροθετικές γυναίκες προσάγονται, υφίστανται εξαναγκαστικούς ιατρικούς ελέγχους για HIV, συλλαμβάνονται, προφυλακίζονται και διαπομπεύονται από πολλά Μ.Μ.Ε. Το χρονικό της ζοφερής αυτής υπόθεσης εξιστορεί το ντοκιμαντέρ Ερείπια, Οροθετικές γυναίκες, Το χρονικό μιας διαπόμπευσης, σε σκηνοθεσία Ζωής Μαυρουδή. Λιτό και περιεκτικό, καταφέρνει μέσα σε 52 λεπτά να ρίξει φως σε όλες τις πτυχές του ζητήματος. Στο ντοκιμαντέρ φιλοξενούνται συνεντεύξεις με δύο από τις διαπομπευμένες γυναίκες, δύο από τις μητέρες, γιατρούς, δικηγόρους, ακαδημαϊκούς, δημοσιογράφους και ακτιβίστριες που έδωσαν σκληρό αγώνα για την αποφυλάκισή τους. Μία μέρα μετά τη δημοσιογραφική προβολή του και τη συνέντευξη τύπου στην ΕΣΗΕΑ, κουβεντιάζουμε με την σκηνοθέτρια.



«Αιφνιδίασε αυτή η ιστορία πάρα πολλούς ανθρώπους, ακόμα και Έλληνες. Ήταν πρωτοφανής περίπτωση στα παγκόσμια χρονικά του HIV», είναι μια από τις πρώτες επισημάνσεις της.



Η δικιά σου επιλογή ήταν προϊόν οργής, κατ’ αρχήν, όπως είπες στη συνέντευξη τύπου.


Η αφορμή για το ντοκιμαντέρ ήταν ο θυμός. Εξοργίστηκα, έχασα τον ύπνο μου. Νιώθεις ότι κάτι έχει αλλάξει και έχει αλλάξει με έναν τρόπο που δεν μπορείς να μην κάνεις κάτι γι’ αυτό.



Σε εξέπληξε; Τόσο ως γεγονός, όσο και ως προς το επίπεδο της κάλυψής του από ένα μεγάλο αριθμό Μ.Μ.Ε. είτε κυρίαρχων ή λιγότερο κυρίαρχων;



Ναι, με εξέπληξε. Με αιφνιδίασε. Ενώ είχαν δημοσιευτεί και στο παρελθόν φωτογραφίες και προσωπικά δεδομένα με άλλες αφορμές, ήταν και η στιγμή που επιλέχτηκε να γίνει κάτι τέτοιο. Ενώ στη χώρα μας μιλούσαμε για μια πολύ κρίσιμη ιστορική στιγμή, όπου υπήρχαν τόσα πολλά που έπρεπε να ειπωθούν, να συζητηθούν με νηφαλιότητα και να γίνει ένας δημόσιος διάλογος, ξαφνικά συμβαίνει αυτό το πράγμα και ένιωθες ότι εκτονωνόταν ένα μίσος και μια σύγχυση, που τα είχαμε εσωτερικεύσει. Σαν πάνω σ’ αυτές τις γυναίκες να εκτονωνόταν ένα ολόκληρο σύστημα. Τις βάλανε κανονικά στην μπούκα του κανονιού. Ήταν μία ολομέτωπη επίθεση. Δεν περίμενα ότι θα γίνει με αυτό τον τρόπο. Περιμένεις ότι θα γίνει εναντίον ανθρώπων που είναι πολιτικοποιημένοι, που έχουν μία δράση, κάποια παρουσία στα πράγματα, που κάνουν κάτι, το οποίο αποτελεί απειλή για κάποιους ανθρώπους μέσα στο σύστημα. Εδώ πρόκειται για ανθρώπους που δεν έκαναν τίποτα. Ήταν εντελώς αμέτοχοι, ανήμποροι άνθρωποι. Άνθρωποι που δεν έχουν φωνή. Είναι σαν να πηγαίνεις στα αγάλματα και να τα βανδαλίζεις. Ως προς την κάλυψη από τα Μ.Μ.Ε., δε νομίζω ότι υπάρχει κάτι ανάλογο. Υπάρχει κάτι στο να μιλάς για θέματα σεξουαλικής φύσης, με αυτό τον τρόπο, που είναι απόλυτα χυδαίο. Είναι το αποκορύφωμα μιας σειράς παραβιάσεων, και βέβαια του νόμου για τα προσωπικά δεδομένα. Βλέπεις μια πλήρη αγριότητα των τακτικών κάποιων Μ.Μ.Ε.. Δεν είναι απλώς αδιάκριτα, τσαπατσούλικα, πρόχειρα- είναι άγρια. Είναι ένα Κολοσσαίο, μια αρένα.



Κανιβαλισμός, με μια λέξη. Θεωρείς ότι, ανάμεσα στους άλλους λόγους που ήδη αναφέραμε, υπήρχαν και οι μικροκομματικές σκοπιμότητες ή πολιτικοί υπολογισμοί προεκλογικού/ ψηφοθηρικού χαρακτήρα


Υπήρχε ξεκάθαρη πολιτική σκοπιμότητα. Αν και υπήρχαν λόγοι να πιστεύει κανείς ότι οι τότε υπουργοί, και ιδίως ο Ανδρέας Λοβέρδος, ήταν αποφασισμένοι να λάβουν τέτοια μέτρα, όπως η εξαναγκαστική ιατρική εξέταση, επειδή έγινε πολύ γρήγορα και με τρόπο πολύ πρόχειρο, είχε το χαρακτήρα μιας σπασμωδικής ενέργειας. Σαν να μην υπήρχε απόλυτος έλεγχος της κατάστασης από όσους το έκαναν. Αυτός είναι κι ένας λόγος που δεν πρέπει ποτέ να κάνεις κάτι τέτοιο. Όχι μόνο γιατί είναι ανήθικο ή παράνομο, αλλά και γιατί δεν μπορείς να ελέγξεις τις συνέπειές του. Γι’ αυτό και η υπόθεση αυτή έχει ουσιαστικά καταρρεύσει.



Ωστόσο ένα χρόνο μετά, και κάτι παραπάνω, το θέμα έχει, λίγο πολύ, ξεχαστεί.


Πολύ γρήγορα συνέβη αυτό. Και οι συλλήψεις των δύο γυναικών που έγιναν τον Αύγουστο του 2012 δεν καλύφτηκαν τότε. Οι δε αποφυλακίσεις ή δεν καλύφτηκαν καθόλου, ή έλαβαν ελάχιστη δημοσιότητα και στα γρήγορα. Υπήρχαν, πάντως, πολλοί που αρθρογράφησαν σωστά και νηφάλια γι’ αυτή την ιστορία. Το θέμα, πάντως, ήταν χαώδες και ήταν τόσες οι πλευρές που έπρεπε να θιγούν, νομικές και ιατρικές, αλλά και το ίδιο το ρεπορτάζ, που τα ίδια τα Μ.Μ.Ε. έχασαν το νήμα. Όχι ότι έκαναν μια ειλικρινή προσπάθεια να καλύψουν το ζήτημα, να ενημερώσουν και να καταλάβουν τι συνέβαινε, αλλά ήταν πολύ δύσκολο να μιλήσεις με το σωστό τρόπο γι’ αυτή την υπόθεση. Σε μπέρδευαν τα γεγονότα και το εύρος τους. Ήταν αφορμή για τρομολαγνεία και να καλυφτεί κάτι που υποτίθεται ότι αποτελούσε έκτακτη ανάγκη, ενώ υπάρχουν άλλες έκτακτες ανάγκες που είναι, ακόμα και στον τομέα της υγείας, πολύ πιο σημαντικές.



Πώς κατάφερες να κερδίσεις την απαιτούμενη εμπιστοσύνη των γυναικών, με τις οποίες συνομίλησες και επικοινώνησες, ώστε να σου ανοιχτούν;


Mε τη βοήθεια της Πρωτοβουλίας αλληλεγγύης υπέρ των διωκόμενων οροθετικών γυναικών. Ήταν αποφασιστική η προσφορά τους σε αυτό. Γιατί ήδη γνώριζαν και την υπόθεση και τις κοπέλες μέσα από τις φυλακές. Με έφεραν, λοιπόν,  σε επαφή μαζί τους. Αν και βέβαια χρειάστηκε χρόνος για να γίνει κάτι τέτοιο. Η εμπιστοσύνη ήταν δανεική, σε μεγάλο βαθμό.



Στο ρώτησα, επειδή μου έκανε εντύπωση μια αποστροφή του λόγου μιας από τις δύο διωκόμενες που μίλησαν στο ντοκιμαντέρ σου ότι «θέλω να τα πω σωστά». Δεν αρκούσε, δηλαδή, μόνο η εξομολόγηση, το μοίρασμα, αλλά και να αποδοθούν σωστά, ώστε να ανταποκρίνονται στο προσωπικό τους βίωμα και αυτό που θα μεταφερθεί παραπέρα να είναι ακριβές, τελικά.


Ένας άνθρωπος που έχει διαπομπευθεί με αυτό τον τρόπο ένιωθε το βάρος της ανάγκης να εξηγήσει γιατί υποφέρει, ενώ προφανώς δε χρειαζόταν να το κάνει αυτό. Ένιωσα κι εγώ την αγωνία του ανθρώπου που δεν μπορεί να μοιραστεί τον πόνο του, δεν μπορεί να βρει τα λόγια να πει τι έχει περάσει. Αλλά κανένας δεν μπορεί να βρει αυτά τα λόγια. Πρέπει να πας στον Όμηρο, για να σου τα δώσει, ή στον Σοφοκλή. Πώς μπορείς να μιλήσεις για την προσωπική σου τραγωδία σωστά; Δεν μπορείς.



Δεν επαρκούν οι λέξεις, έτσι κι αλλιώς. Και η γλώσσα, γενικότερα. Από την επικοινωνία σου, τόσο με τις γυναίκες, όσο και με τις μητέρες, αποκόμισες την εντύπωση ότι βίωναν ενοχικά ό,τι τους συνέβη; Ότι κατηγορούσαν είτε τον εαυτό τους ή τις κόρες τους; Mια από τις δύο μητέρες, σε μια πολύ σύντομη φράση της, είπε «ο θεός μας τιμωρεί, γιατί δεν είμαστε καλοί άνθρωποι».


Δε θεωρώ ότι οι μητέρες πίστευαν ότι αυτό ήταν μια δίκαιη τιμωρία για τις κόρες τους. Δεν υπήρχε λόγος να το πιστεύουν αυτό. Όταν μιλάς σε έναν άνθρωπο γι’ αυτό το θέμα, πρέπει να το ανοίξεις και στο μέλλον. Προσπάθησα να ανοίξω ένα παράθυρο στον τρόπο, με τον οποίο σκεφτόταν αυτή η γυναίκα.



Πώς τα καταφέρνουν μετά την αποφυλάκισή τους;


Προσπαθούν να μαζέψουν τα κομμάτια της ζωής τους. Άλλες είναι σε μονάδες απεξάρτησης, άλλες στα σπίτια τους. Έχουν όλες αποφυλακιστεί και προσπαθούν να ξεπεράσουν αυτό που τους συνέβη και να αντιμετωπίσουν τη δυσκολία της κατάστασής τους, η καθεμία με τον τρόπο της. Το σημαντικό σε αυτή την υπόθεση είναι ότι έχουμε στη χώρα μας μια κατάσταση που γεννά συνεχώς τέτοια προβλήματα. Αυτό που μας περιμένει είναι πολύ μεγάλο στον τομέα της δημόσιας υγείας.


Και όχι μόνο. Ήδη απ’ ό,τι διαβάζω, με βάση τα στατιστικά στοιχεία του Ιουνίου, 1.400.000 άνθρωποι είναι άνεργοι- επισήμως, τουλάχιστον.


Και πόσοι ανασφάλιστοι…



Πλέον, ολοένα και ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού σπρώχνονται προς το περιθώριο και δεν πρόκειται μόνο για άτομα που κάποιος θα ενέτασσε στις λεγόμενες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως πριν από μερικά χρόνια. Οπότε η κατάσταση επιδεινώνεται και δεν ξέρω κατά πόσο αυτή η τάση είναι αναστρέψιμη.


Μιλώντας με την Μαριανέλλα την Κλώκα από τη «Θετική Φωνή» για το ντοκιμαντέρ, μου είπε ότι «είμαστε όλοι εν δυνάμει ευάλωτες ομάδες». Και γι’ αυτό είναι τόσο παράλογο να δείχνεις το δάχτυλο σε μία ευάλωτη ομάδα, γιατί εν δυνάμει είναι όλοι οι άνθρωποι ευάλωτοι σε πράγματα που υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας του κράτους πρόνοιας δε θα συνέβαιναν. Υπάρχει μια παράλογη αυταρέσκεια στο να δείχνεις έναν τοξικομανή σήμερα στην Ελλάδα και να λες «κοίταξέ τον αυτόν».


Πιστεύεις ότι, παρά τις όποιες αλλαγές, αργές έστω, η ελληνική κοινωνία παραμένει στην ουσία της μία πατριαρχικά δομημένη κοινωνία;



Ούτε λίγο, ούτε πολύ όλες οι κοινωνίες είναι πατριαρχικές. Υπάρχει, πάντως, μια χροιά επίθεσης απέναντι στις γυναίκες για λόγους που προϋποθέτουν δυναμικές που προέρχονται από εποχές, κατά τις οποίες οι γυναίκες δεν είχαν κανένα από τα προνόμια και τα δικαιώματα που έχουν σήμερα. Όταν μιλάς για «ιερόδουλες» που θα «μολύνουν» οικογενειάρχες, μιλάς για μια άποψη για τη δομή της οικογένειας και της κοινωνίας που έχει λίγη σχέση με ό, τι συμβαίνει σήμερα. Η σύλληψη ιερόδουλων, γιατί υποτίθεται ότι εκκολάπτεται μια μεγάλη επιδημία σε οίκους ανοχής, είναι πράγματα που συνέβαιναν σε προηγούμενους αιώνες.



Είναι η λογική του κυνηγιού μαγισσών, Απλώς τότε ήταν περιβεβλημένο με θρησκευτικό μανδύα, ενώ σήμερα έχει πιο «σύγχρονες» διαστάσεις, σε ό, τι αφορά τον τρόπο, με τον οποίο εκδηλώνεται. Πιστεύεις ότι θα καταφέρει το ντοκιμαντέρ σου να συμβάλει στη διατύπωση του δημόσιου αντίλογου για τη συγκεκριμένη υπόθεση που επιδιώκεις;


Το ελπίζω. Ελπίζω ότι, κατ’ αρχάς, θα ακουστεί η φωνή των γυναικών- και όχι μόνο η φωνή τους, αλλά και ο τρόπος που μίλησαν. Νομίζω ότι με ένα ντοκιμαντέρ αυτό κάνεις, δίνεις την αφορμή για έναν αντίλογο, γιατί λείπει ο αντίλογος. Είναι εύκολο να την ξεχάσεις μια τέτοια υπόθεση. Είναι κάτι τόσο αποτρόπαιο που η πρώτη σου αντίδραση είναι «αυτό δε θέλω να το ξανακούσω, θέλω να αποστρέψω το βλέμμα μου από κάτι τέτοιο». Γιατί δεν ξέρεις πώς να το επεξεργαστείς. Εκεί είναι, νομίζω, που πρέπει να ρίχνεις το φακό. Σε κάτι που κανένας δε θέλει να κοιτάξει. Κάτι που κανένας δε θέλει να θυμάται. Αυτό πρέπει να του θυμίζεις.


Ελπίζω να καταφέρει να επιτελέσει αυτή του τη λειτουργία. Δεν ξέρω κατά πόσο η ελληνική κοινωνία είναι έτοιμη να ακούσει έναν αντίλογο γι’ αυτό το θέμα, έστω κι αν είναι άρτια δομημένος.


Το ελπίζω κι εγώ. Όταν ξεκινάς ένα ντοκιμαντέρ, δεν ξέρεις πού θα πάει. Το πίστεψα πολύ ότι έπρεπε να γίνει κάτι και το πίστεψαν μαζί μου κι άλλοι άνθρωποι. Σε αυτό είμαι πολύ τυχερή, ότι δηλαδή μου συμπαραστάθηκαν πολλοί άνθρωποι που το πιστεύουν εξίσου μ’ εμένα. Αν δεν είχα μια ομάδα ανθρώπων να στηρίζει και να προωθεί, δε θα το είχα κάνει. Αναφέρθηκα στην Πρωτοβουλία, αλλά θέλω να πω και για τους συντελεστές, το UNFOLLOW, το OmniaTv και την Θεοδώρα την Οικονομίδου, χωρίς τους οποίους δε θα σου μιλούσα σήμερα, καθώς επίσης και για τους χρηματοδότες, το Union Solidarity International και το Unite the Union.



Έχεις κυρίως θεατρικό υπόβαθρο. Η ανάγκη ενασχόλησης με τη σκηνοθεσία, στο κινηματογραφικό επίπεδο, προέκυψε λόγω του συγκεκριμένου ζητήματος και των συναισθημάτων που σου προκάλεσε, ή προϋπήρχε;


Πίστεψα ότι ένα ντοκιμαντέρ ήταν ο καλύτερος τρόπος να αποδοθεί αυτή η υπόθεση. Γενικότερα στη δουλειά μου έχω ασχοληθεί με θέματα που έχουν να κάνουν με γυναικείους χαρακτήρες, αλλά πρέπει πάντοτε να βρίσκεις το σωστό μέσο για να προσεγγίσεις ένα θέμα. Το ντοκιμαντέρ έχει μια αμεσότητα ως είδος. Είναι δύσκολο να τη βρεις αλλού.




Το ντοκιμαντέρ κάνει την επίσημη πρεμιέρα του την Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου στο Μουσείο Μπενάκη, στο κτίριο της οδού Πειραιώς στις 7 το απόγευμα, με ανοικτή είσοδο για το κοινό. Θα ακολουθήσει συζήτηση με την σκηνοθέτρια και τους υπόλοιπους συντελεστές. Την Τρίτη, 17 Σεπτεμβρίου, θα προβληθεί στη Θεσσαλονίκη, στην Αίθουσα Τελετών του Α.Π.Θ., σύντομα θα βγει στους κινηματογράφους, ενώ θα διατεθεί δωρεάν και μέσω διαδικτύου.


Περισσότερες πληροφορίες για το ντοκιμαντέρ Ερείπια μπορείτε να αναζητήσετε στο επίσημο site http://ruins-documentary.com 


Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

"Ερείπια. Οροθετικές γυναίκες. Το χρονικό μιας διαπόμπευσης"




Λίγο πριν τις εθνικές εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 δεκάδες οροθετικές γυναίκες προσάγονται, υφίστανται εξαναγκαστικούς ιατρικούς ελέγχους για HIV, συλλαμβάνονται, προφυλακίζονται και διαπομπεύονται από πολλά Μ.Μ.Ε. Το χρονικό της ζοφερής αυτής υπόθεσης εξιστορεί το ντοκιμαντέρ Ερείπια, Οροθετικές γυναίκες, Το χρονικό μιας διαπόμπευσης, σε σκηνοθεσία Ζωής Μαυρουδή, το οποίο παρουσιάστηκε σε δημοσιογραφική προβολή στην ΕΣΗΕΑ την Τετάρτη, 11 Σεπτεμβρίου. Λιτό και περιεκτικό, καταφέρνει μέσα σε 52 λεπτά να ρίξει φως σε όλες τις πτυχές του ζητήματος. Το ντοκιμαντέρ περιλαμβάνει συνεντεύξεις με δύο από τις διαπομπευμένες γυναίκες, δύο από τις μητέρες, γιατρούς, δικηγόρους, ακαδημαϊκούς, δημοσιογράφους και ακτιβίστριες που έδωσαν σκληρό αγώνα για την αποφυλάκισή τους. 


«Εξοργίστηκα με την υπόθεση και την κάλυψη από τα Μ.Μ.Ε.», δήλωσε η Ζωή Μαυρουδή, σε συνέντευξη τύπου που ακολούθησε την προβολή, «γι’ αυτό και αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε έναν πρώτο δημόσιο αντίλογο σε αυτή», επισήμανε. Πρόσθεσε, εξάλλου, ότι «η ποινικοποίηση του HIV δεν προάγει τη δημόσια υγεία, αντιθέτως αποθαρρύνει τις ευάλωτες ομάδες από το να εξεταστούν», ενώ «ο ιός στιγματίζει αυτούς που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, και ιδίως τις γυναίκες». «Οι γυναίκες μου μίλησαν με τεράστια αξιοπρέπεια και συνοχή λόγου», τόνισε, ενώ κατέληξε πως «πρέπει να αναζητηθούν και να αποδοθούν ευθύνες». 


Στη συνέχεια πήρε το λόγο η Θεοδώρα Οικονομίδου, δημοσιογράφος και συνυπεύθυνη για την εκτέλεση της παραγωγής και τις δημόσιες σχέσεις, θέτοντας ένα καίριο ερώτημα: «σε τι είδους κοινωνία και χώρα θέλουμε να ζούμε: σε μια κοινωνία και μια χώρα, όπου τα δικαιώματα γίνονται σεβαστά, ή σε μία, όπου εφαρμόζονται πολιτικές τύπου Μουγκάμπε;» .


Η συνέντευξη τύπου ολοκληρώθηκε με την εισήγηση της δικηγόρου Χαράς Παπαγεωργίου εκ μέρους της Ομάδας Δικηγόρων για τα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών, η οποία εστίασε στις νομικές πτυχές του ζητήματος, και κυρίως στις πολλαπλές παραβιάσεις των δικαιωμάτων των διαπομπευμένων γυναικών σε όλα τα στάδια της υπόθεσης, από την αρχική τους προσαγωγή, τη δίωξη και τη σύλληψη, μέχρι την τελική προφυλάκιση, καθώς επίσης και στην «καταχρηστική», όπως τη χαρακτήρισε, δημοσιοποίηση όχι μόνο των προσωπικών τους στοιχείων, αλλά και των αποτελεσμάτων των ιατρικών εξετάσεων. Τόνισε, επίσης, ότι έχουν υποβληθεί μια σειρά από μηνύσεις και προσφυγές, από δικηγόρους, αλλά και από αρκετές από τις διαπομπευμένες γυναίκες, σε ελληνικά και διεθνή δικαστήρια.



Το ντοκιμαντέρ κάνει την επίσημη πρεμιέρα του την Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου στο Μουσείο Μπενάκη, στο κτίριο της οδού Πειραιώς στις 7 το απόγευμα, με ανοικτή είσοδο για το κοινό. Θα ακολουθήσει συζήτηση με την σκηνοθέτρια και τους υπόλοιπους συντελεστές. Την Τρίτη, 17 Σεπτεμβρίου, θα προβληθεί στη Θεσσαλονίκη, στην Αίθουσα Τελετών του Α.Π.Θ., σύντομα θα βγει στους κινηματογράφους, ενώ θα διατεθεί δωρεάν και μέσω διαδικτύου.


Περισσότερες πληροφορίες για το ντοκιμαντέρ Ερείπια μπορείτε να αναζητήσετε στο επίσημο site http://ruins-documentary.com .