Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017

Μαριάμ Χατσβάνι: «Μου αρέσει να μιλάω δυνατά, όταν υπάρχει ένα πρόβλημα»


Η Ντίνα, μια νεαρή γυναίκα καταγόμενη από μια απομακρυσμένη ορεινή περιοχή της βορειοδυτικής Γεωργίας, εξεγείρεται ενάντια σε μια καταπιεστική παράδοση αιώνων. Εμπνευσμένη από την προσωπική ιστορία της γιαγιάς της, η Γεωργιανή σκηνοθέτρια Μαριάμ Χατσβάνι αποτυπώνει στο Dede, το βραβευμένο ντεμπούτο της μυθοπλασίας, την καθημερινότητα ενός κόσμου σκληρού και συνάμα γοητευτικού με ντοκιμαντερίστικη ακρίβεια.

Συναντηθήκαμε με την Μαριάμ Χατσβάνι στην Αθήνα, όπου βρέθηκε πριν από λίγες μέρες για να παρουσιάσει την ταινία της. Το Dede προβάλλεται από τις 21 Δεκεμβρίου στον κινηματογράφο Αλκυονίς σε διανομή της New Star.

Τι σημαίνει ο τίτλος της ταινίας;

Σημαίνει «μητέρα». Το φιλμ είναι για τις μητέρες και είναι ένα όμορφο όνομα, γι’ αυτό και αποφάσισα να το χρησιμοποιήσω ως τίτλο.



Αυτός διατηρείται και διεθνώς.

Είναι εύκολο να τον καταλάβεις και να τον θυμάσαι. Δεν ξέρω γιατί δεν τον αλλάζουν, ωστόσο. Ίσως για να ρωτάνε οι θεατές τι σημαίνει. (Γέλια).

Η ταινία είναι εμπνευσμένη από την προσωπική ιστορία της γιαγιάς σου. Είναι εντελώς βιογραφική ή υπάρχουν και στοιχεία μυθοπλασίας, ίσως κάποιοι πρόσθετοι χαρακτήρες;

Όταν, όντας μικρή, πρωτοάκουσα την ιστορία της γιαγιάς μου, με σόκαρε πολύ και πραγματικά θύμωσα με την παράδοση. Το φιλμ βασίζεται μεν στην ιστορία της, αλλά δεν προέρχονται όλες οι ατάκες από αυτή. Άλλαξα ορισμένες, γιατί στην περιοχή όπου γεννήθηκα οι περισσότερες οικογένειες έχουν την ίδια ιστορία, τα ίδια προβλήματα και είναι θύματα της ίδιας παράδοσης.



Επίσης, δεν προέρχεται μόνο από την εποχή της γιαγιάς μου. 10 χρόνια πριν, η απαγωγή νεαρών γυναικών ήταν πολύ δημοφιλής στη Γεωργία και στο Σβανέτι. Τότε, ο πρόεδρος Σαακασβίλι έβγαλε ένα νόμο, βάσει του οποίου, αν ένα άτομο διέπραττε κάτι τέτοιο, θα έπρεπε να μπει φυλακή. Έτσι, το φαινόμενο σταμάτησε.

Εντελώς ή συνεχίζεται ακόμα;

Λίγο. Πολλοί φοβούνται να μπουν φυλακή.

Είναι και το μέρος όπου κι εσύ γεννήθηκες. Έμεινες εκεί σε όλη τη διάρκεια της εφηβείας σου; Πώς ήταν να μεγαλώνεις σε μια τέτοια τοποθεσία;

Όταν έχω χρόνο, πηγαίνω στο Ουσγκούλι, γιατί μου αρέσει πάρα πολύ και προσπαθώ να περνάω πολύ χρόνο στην ευρύτερη περιοχή του Σβανέτι. Μετά από την Αθήνα, θα ταξιδέψω στο Ουσγκούλι για την Πρωτοχρονιά. Είμαι πολύ ευτυχισμένη που έχω γεννηθεί εκεί. Για μένα, είναι το καλύτερο μέρος στον κόσμο. Είναι σαν παράδεισος, αν και η ζωή είναι δύσκολη.

Όταν γεννήθηκα, μου είχε πει η μητέρα μου ότι είχε χιονοστιβάδες που κατέστρεψαν πολλά σπίτια και πέθαναν πολλοί άνθρωποι. Είναι πολύ επικίνδυνο να ζεις εκεί το χειμώνα- αλλά είναι κι όμορφα. Γι’ αυτό νομίζω πως οι κάτοικοί του δεν το εγκαταλείπουν.



Μια από τις κύριες αρετές της ταινίας σου είναι ότι προσφέρει μια συναρπαστική εκ των έσω ματιά στην καθημερινότητα, τις δυσκολίες και τα έθιμα του μικρόκοσμου μιας απομονωμένης ορεινής περιοχής. Ήταν πρόκληση να αποτυπώσεις αυτό το μικρόκοσμο κινηματογραφικά, σχεδόν ντοκιμαντερίστικα;

Μου αρέσει να κάνω ντοκιμαντέρ, γιατί θέλω να νιώσω καλά αυτή την ιστορία και να πιστέψω κάθε σκηνή της, και γι’ αυτό ψάχνω για αληθινά πράγματα, αληθινούς ανθρώπους. Μόνο ένας από τους ηθοποιούς, ο Τζορτζ Μπαμπλουάνι, είναι επαγγελματίας, οι υπόλοιποι είναι ντόπιοι από το Ουσγκούλι. Όταν έκανα τα γυρίσματα, ήταν λίγο δύσκολο να δουλέψω μαζί τους, γιατί κάποιοι θεωρούν πως είναι κάτι εύκολο που το απολαμβάνουν, αλλά κάποιες φορές δεν μπορούν να ακολουθήσουν το πρόγραμμα.

Δε μου αρέσει να δίνω στους ηθοποιούς σενάριο. Έρχονται, λοιπόν, για το γύρισμα και, όταν η κάμερα είναι έτοιμη, τους αφηγούμαι μια μικρή ιστορία. Μπορούν να μιλήσουν με τα δικά τους λόγια. Δε μου αρέσει να τους λέω τι να κάνουν.



Αυτή ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισες;

Η πιο μεγάλη ήταν ότι, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, κάποιοι ηθοποιοί, ανάμεσά τους και ο αδερφός μου, συνελήφθησαν, λόγω μιας μικρής αναποδιάς με την Αστυνομία. Επρόκειτο για κάτι μικρό, αλλά η Αστυνομία το μεγαλοποίησε. Δυστυχώς, στη Γεωργία το σύστημά μας είναι κάπως κακό λόγω του τελευταίου προέδρου. Οι ηθοποιοί έμειναν, έτσι, στη φυλακή περίπου 6 μήνες κι εγώ σταμάτησα τα γυρίσματα, για να τρέχω με τους δικηγόρους και την Αστυνομία.



Όλα πήγαν καλά, πάντως, και η ταινία ολοκληρώθηκε.

Βέβαια, γιατί η εταιρεία παραγωγής με βοήθησε πολύ, και τους βγάλαμε επίσης από τη φυλακή. Το καλό ήταν επίσης ότι άντλησα από τη φυλακή πολύ καλό υλικό που αφορά σε αυτή την περίοδο. Δε νομίζω, όμως, πως πρέπει να το γυρίσω επειδή συνέβη σε μένα. Όχι. Μου αρέσει να μιλάω δυνατά, όταν υπάρχει ένα πρόβλημα. Και πρέπει να μιλάμε και να αλλάζουμε λιγάκι τη ζωή μας.

Νιώθεις, επομένως, ότι η δουλειά σου ως σκηνοθέτριας είναι να ενθαρρύνεις την κοινωνική αλλαγή;

Mου αρέσει να αλλάζω την κοινωνία. Γι’ αυτό δουλεύουμε, σκεφτόμαστε και γράφουμε. Θα είναι πιο εύκολο να γυρίσω την επόμενη ταινία μου, γιατί συνέβη σε μας. Θα είναι μυθοπλασία, αλλά το ντοκιμαντερίστικο στιλ μου θα είναι παρόν.

Πώς εξηγείς ότι υπάρχουν τόσες σπουδαίες ταινίες από τη Γεωργία τα τελευταία χρόνια;

Ίσως γιατί δουλεύουμε πολύ. Είναι δύσκολο να βρεις χρηματοδότηση στη Γεωργία, να γίνεις επιτυχημένος. Στη Γαλλία με γνωρίζουν, στη Γεωργία όχι και πολύ. Γι’ αυτό και πρέπει να δουλέψεις πολύ, προκειμένου να κάνεις κάτι καλό. Έχουμε πολύ πλούσια ιστορία, από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης, και οι Γεωργιανοί θυμούνται αυτές τις μεγάλες ταινίες. Πάντοτε τους αρέσει να λένε «αυτή δεν είναι καλή ταινία», ασκούν διαρκώς κριτική.



Έχει προβληθεί το Dede στη Γεωργία;

Όχι ακόμα. Θα βγει στους κινηματογράφους το Φεβρουάριο. Ελπίζω να τους αρέσει, αλλά δεν το ξέρω, γιατί είναι πολύ επικριτικοί. (Γέλια).

Τι είδους φιλμ προτιμάς να παρακολουθείς περισσότερο;

Μου αρέσουν οι δραματικές ταινίες, τα μελοδράματα και τα ιστορικά φιλμ, αλλά, δυστυχώς, δε μου αρέσει να παρακολουθώ ταινίες. Ο σύζυγός μου, που δεν είναι σκηνοθέτης, μπορεί να δει και 5 φιλμ τη μέρα και του λέω: «Είσαι τρελός; Σταμάτα». Ένα μήνα πριν, παρακολούθησα τη Θηλιά του Χίτσκοκ, μου άρεσε, και θύμωσα με τον εαυτό μου που δεν την είχα δει τόσο καιρό.

Είναι η πρώτη σου φορά στην Ελλάδα;

Ναι, και νομίζω ότι είναι η καλύτερη εποχή. Ερχόμενη από το αεροδρόμιο, και βλέποντας κάποιους κακούς δρόμους αναρωτήθηκα: «Αυτή είναι η Ελλάδα;» Μου φάνηκε σαν χωριό. Όταν, όμως, ανέβηκα στην Ακρόπολη και συνειδητοποίησα πως η παλιά ιστορία δεν έχει αλλάξει κι είναι πολύ όμορφη, ήμουν πολύ περήφανη κι ευτυχισμένη.

Δυστυχώς, επειδή η περιοχή μου είναι πολύ δημοφιλής, οι άνθρωποι αποφάσισαν να την αλλάξουν λιγάκι φτιάχνοντας ξενοδοχεία κι αυτό με θυμώνει, γιατί μου αρέσει να διασώζονται η Ιστορία και η αρχιτεκτονική. Γι’ αυτό και, μετά τη βόλτα στην Ακρόπολη, έγραψα στο Facebook: «Σας παρακαλώ, σταματήστε να αλλάζετε τη χώρα σας, γιατί είναι τόσο εκπληκτική».

Η ταινία της Μαριάμ Χατσβάνι Dede προβάλλεται από τις 21 Δεκεμβρίου στον κινηματογράφο Αλκυονίς σε διανομή της New Star.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου